Τρίτη 14 Απριλίου 2015

πωλειται...

       

       Πάντα ξέχναγε την ταυτότητά του, στο άλλο του σακάκι, σαν έπεφτε στο τραπέζι το θέμα, ηλικία. Έμενε πιστός στη χρονιά, που τον βόλευε. Δικό του αποθυμένο, να μείνει λίγο, έως πολύ πίσω. Είχε βάλει ένα όριο και αντλούσε, σαν από ξεροπήγαδο νερό, τα χρόνια με το τσιγκέλι. Ήταν το μόνο που μπορούσε να ελέγξει από τη ζωή του, η ηλικία του. Μόνο εδώ, ήταν ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.
       Ποιος μπορούσε νανακαλύψει, την κρυμμένη καλά, ταυτότητά του;
       Βρέθηκε σε τόπο, που η καταγωγή του, ήταν αιτία για προσπεράσεις. Βάλθηκε να γίνει κάτι μεγάλο, κάτι σπουδαίο, κάτι που να ξεχωρίζει. Πάντα όμως σκόνταφτε, στην καταγωγή και στο πιστεύω του. Άλλο Θεό αντάμωνε, σαν αποφάσιζε να προσευχηθεί.
       Κλείδωσε, λοιπόν, καλά στο σκοτεινό θάλαμο, το ανεμφάνιστο φιλμ του παρελθόντος του και στρώθηκε να ζωγραφίσει εικόνες άλλων, για δικές του.
       Του βάραινε το στήθος, ακόμα και κείνη η χαρακτηριστική μυρωδιά του και χαράμιζε, όλο του το χαρτζιλίκι, σε σπάνια αρώματα.
       Ξέρετε, οι άνθρωποι, έχουν μια δική τους μυρωδιά και είναι για τον καθένα ξεχωριστή, μοναδική, αναγνωρίσιμη και μη επαναλαμβανόμενη. Είναι κάτι σαν το ΑΦΜ του καθενός μας. Ξεχνάς τα μάτια, το ύψος κάποιου, αλλά η αίσθηση που τρέχει στον αέρα σαν φυσάει, αντανακλά την ταυτότητά σου. Κάποιοι δεν την αντέχουν και καταστρώνουν σχέδια αρωματικών στόχων, μα εκείνη επιμένει, όσο κι αν η χημεία κάνει θαύματα.
       Δύσκολος ο δρόμος που διάλεξε. Έπρεπε όμως να τα καταφέρει. Νοίκιαζε τη ζωή του, και το θέλω του, αρκεί να τα κατάφερνε. Το σχέδιο απλό, μα με μια σαρακοφαγωμένη, δική σου ταυτότητα, πόσες αρθρώσεις σου, μπορούν να σκληρήνουν, από αληθινές και αναίμακτες απολαύσεις; Καταχώρησε στα αζήτητα, ακόμα και δυο δάκρυα, που θα απάλυναν, την πληγή του ξεπουλήματος.
       Σαν έγερνε στο προσκέφαλό του, ο ιδρώτας, μαρτύραγε την ταλαιπωρία της νύχτας και κείνη την επιμονή των χημικών, στις αποτυχίες,      
       Όταν ζεις όμως, με το ενοικιαστήριο καρφωμένο στην πλάτη σου, ποιος  Θεός, θα σου εμπιστευτεί, να κουβαλήσεις άνθρωπο και ομορφιά, σε άνισες αναμετρήσεις;
       Τότε ο νόμος της ζούγκλας αναβιώνει μέσα σου και στήνεις μνημεία, μόνο για αποτυχημένα οράματα. Ψάχνεις στην αρχή, τα μάτια σου, σε χιλιάδες αντικατοπτρισμούς, μα σαν περάσεις το κατώφλι της προσαρμογής, αναζητάς καλύτερη τιμή, στον πλειστηριασμό σου. Δεν ατενίζεις το στόχο σου, εκεί ψηλά, γιατί για σένα, όλα σταματάνε, κάπου στη μέση. Και την ημέρα που θα ορκίζεσαι, για το πτυχίο μιας επιστήμης, δεν υψώνεις το χέρι στην Τριαδικότητα, γιατί ξέρεις καλά, ότι και το πτυχίο σου δανεικό είναι. Μένεις, τελικά, εκεί πίσω, απ όπου ξεκίνησες και αρχίζεις να ξεπληρώνεις τα χρέη, του δικού σου μηδενικού πιστεύω.
       Φτύνεις από αηδία τον εαυτό σου, στον καθρέφτη της άναυδης αξιοπρέπειάς σου και παραγγέλνεις αμέσως το καινούριο κουστούμι, του… έγινα κάποιος έστω και με το ξεπούλημά μου.
       Πώς νανταμώσεις την ομορφιά της άδυτης κοσμογονίας, πώς να σηκώσεις τα μάτια σου, στα χρώματα της ανατολής, όταν το πετσί σου, έχει ακόμα εκείνη τη μυρωδιά, του ότι δόθηκες αντιπαροχή-σε καλή τιμή όμως-και τώρα σηκώνουν ορόφους στις πλάτες σου;
       Στρώνεις υποχρεωτικά γαμήλια κρεβάτια για τους άλλους και κρατάς τον παλιό ξύλινο σουμιέ, ότι σου επιτρέπουν και το αναγράφει καθαρά το συμβόλαιό σου.
       Σταμάτησαν πολλοί στο δρόμο σου και σεμπιστεύτηκαν, κάποιοι σου άπλωσαν και το χέρι τους, να περάσεις αντίπερα, αλλά πού έμαθες, ότι υπάρχουν ζεστά χέρια και ανοιχτές αγκαλιές;
       Οι όροι, ήταν σαφείς.
       Σου δώσανε όνειρα, μόνο με τα δικά τους στοιχεία, γιατί απλά, είχες την τύχη να είσαι ΜΙΚΡΟΣ.
       Πες μου τώρα, ανώριμε και άγνωστε πτυχιούχε, με το ιδιόκτητο πια ρετιρέ σου, τι χρώμα έχει ο εξευτελισμός σου;
       Δος μου τον ορισμό της παραπλάνησης και διάβασέ μου μια αράδα γραμμένη μόνο από σένα. Αλήθεια, έγραψες ποτέ κάτι, μόνος σου;
       Ούτε καν μια πλαστή ταυτότητα, που την έχεις τόσο ανάγκη, κατάφερες ναποχτήσεις και αναγκάζεσαι, να παίζεις κρυφτό με τα χρόνια σου.
       Ότι σου έμεινε να ελέγχεις και να επιβάλλεσαι, βγάζοντας το αποθυμένο σου είναι, δείχνοντας το πτυχίο σου, να μαζεύεις πεταλουδίτσες στο φως.
       Όραμα μεγάλου και σπουδαίου ανδρός, η αριθμητική υπεροχή, στην αδέσποτη ηδονή, που μετουσιώνει αμέσως το ζώο, η μάλλον το ζωάκι. Ο στροβιλισμός, γύρω από την αναμμένη λάμπα, δίνει πάντα, ανυποψίαστες και αναλφάβητες, ρομαντικές συνευρέσεις, στον ένα και μόνο κραυγαλέο θρίαμβό σου.
       « Επιτέλους… κλέβω και εγώ κάτι, έστω και αν δεν τολμάω ποτέ να το δείξω ».

       Και έμενε πάντα, έτσι κρυμμένος μαζί με την αληθινή του ταυτότητα, το ζωάκι μας- που είχε όμως όνομα και πτυχίο-να καταγράφεται στα μητρώα της πολιτείας, ως επισκέπτης, αγνοούμενης σελίδας.
       Ας μπορούσε να μαζέψει το νήμα ανάποδα και να ξαναβρεί την αρχή του!!!
       Ας είχε πισωγύρισμα, η κατά λάθος και νόθα πορεία του!!!
       Δεν θα πήγαινε ποτέ σε ορκωμοσία πτυχιούχων, δεν θα έμπαινε ποτέ σε λοταρία!!!


       ΦΙΛΕ ΜΟΥ, είναι μεγάλο ΚΑΤΟΡΘΩΜΑ, να κατέβεις στη θάλασσα για το ουζάκι σου και να κοιτάξεις το λιόγερμα με το ΚΕΦΑΛΙ…….. ΨΗΛΑ……….        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου