Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

σαν τοτε...

Ανόθευτοι οι καρποί του έρωτα,
ώριμοι να δώσουν τόνομά τους,
 στο απόσταγμα που γεννήθηκε στον τυφώνα.
 Τώρα…
 το μονοπάτι περπατηθηκε….
η δύνη…
 δεν ήταν παρά έργο παραπλανημένου θεού.
Θα το κρατήσω σαν τις νύχτες των πυγολαμπίδων και θα αντέξω το χρόνο της αναμονής.
Ξόδεψα τη γύμνια της ψυχής μου,
 στο δασύ περιβόλι των απόκοσμων αισθησεων,
σαν οι παιάνες στροβιλίστηκαν στο πούσι που γιοματιζε στο πέταγμα μιας πεταλούδας.....
εσύ,
 θα τολεγες επιτυχημένη στύση και ξεμάκραινες της λαμπρής τα στεφάνια.....
εγώ,
 απλά αρκέστηκα στην ανατολη,

 που με γέμισε χρώματα ....

βιβλιο ευχων με καραβι

ειναι κατι νυχτες...που ληστρικά αραδιαζονται ταστερια στο προσκεφαλι σου....

ανισες ωρες!!!!!!

Στοχάσου απέριττα γέλια,
 την ώρα που ξεψυχάει η φωνή σου.
 Άγγιξε την αιώνια γη,
 σαν λάμπει εκείνο το δικό σου αστέρι,
 μόνο για μια νύχτα.
 Θα το ξανάβρεις
 αν είσαι ανοιχτός σε μια μετάληψη,
 την ώρα που θα καταλάβεις,
 ότι κανένας δεν σούμαθε,
 τον Μυστικό Δείπνο,

σαν…. ένα Θαύμα.

το κενο

Δεν κατάφερε,
 Ναγκαλιάσει,
 σε κάθε πλάσμα
ένα μονόκλωνο κεντράδι,
με την φθινοπωρινή του χλωμάδα στα φύλλα.
-ξενοφωλιασμένος θάνατος-
σε όλες τις φαινομενικές ζωές
 και παραζωές
χωρίς ανέμους,,
χωρίς υψώματα….
Ζήταγε
 να μπει στα βάθη των νεκραναστάσεων,

μέσα απ τις θαλασσοδαρμένες τύψεις.

...........

Μάνα,
 γη,
 Γυναίκα,
 αχαλίνωτο άτι 
των ασυδώτων πόθων,
βουνίσιε ημίθεε των ανθρωπόμορφων γιομάτων,
ανεμώνα ,
μυστικό φύτρο των χαρακωμάτων,
εισαι όλα,
στο είναι, στο εγώ, ή το εμείς,
στο χθες και το αυριο,
σε κάθε κεντράδι,

που χαράχτηκε για παιάνες….

γουρι 2016...καραβι μπρουτζος σε κορμο ....


Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

....................


Με δυο- τρεις ανάσες σου,
Εδυσες έναν ολακερο ηλιο..
Τον τραβηξες στο περιθωριο και μονοπώλησες
Τις αποκοσμες πεθυμιες του..
Τραβηξες ισα για το λεμονοδασος ασκεπης..
Ειχες τοση γαληνη στην θεα των λεμονανθων…\
Μαδησες όλα τα μυστικα του ουρανου,
Ξαπλωνοντας ανασκελα καταγης…
Τωρα ηξερες καλα γιατι περασες τους στημονες
Στο παραμυθι σου,
Γιατι λογαριαστηκες για σπουδαιος,
Στο πληθος των πεζων τροβαδουρων…
Την διαφορα την εκανε..εκεινος ο αστεγος περιηγητης..
Ναι εκεινος που συναντησαμε μαζι, να κοιμαται σε ένα παγκακι στην κανιγγος…
Αληθεια θυμασαι….πως εκανε την αιθαλη της πολης
Συμπραξη στα ανακατα μαλια του;…
Τον κοιταζες, σαν να εβλεπες ειδωλιο
Αταφων ανακαληψεων,
Σαν περγαμηνη αλωτινης ιστορισηςς
Εκει στο κεντρο…. στην πλατεια κανιγγος,
Ρωτησες τον ηλιο… ποσους αντεχει να φωτιζει;
Σωπα…τα λογια δεν εχουν ακροατηριο πια..
 Οι λεμονανθοι εγιναν θηλια στο λαιμο σου..
Επρεπε να το ξερεις………………….

Ο ποιητης…δεν εχει χωρο στο λεμονοδασος ασκεπης…

γουρι 2016...καραβι απο μπρουτζο με γλαρους..

δικο μου πεπρωμενο ...

γουρια 2016.....καραβι απο μπρουτζο

ταξιδι στο ονειρο....

λουλουδια απο μπρουτζο....

και σε ειδα δικο μου κεκτημενο.....

Ευγε σας παιδια μου

        ΕΥΓΕ ΣΑΣ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ…..

       Δειγμάτισαν την πορεία τους στο χρόνο, που στήθηκε τείχος πολλές φορές μπροστά τους και αναμετρήθηκε με το μπόι τους. Βάλθηκε να στιγματίσει την ανεμπόδιστη νιότη τους, σε μια εποχή, που έπεφταν βροχή στη θάλασσα ταστέρια.
       Γέρασαν οι χρόνοι στο πέρασμα του τυφώνα και άφησαν τα σημάδια τους, εκεί στο μακρινό και αναντάμωτο ορίζοντα και ανοίχτηκε η πύλη, για το πέρασμα στην ανάβαση, που θεωρήθηκε πια υποχρεωτική.
       Ξεκίνησαν για το υπερπόντιο ταξίδι, με τη φλόγα στη ματιά, την μόνη αποσκευή, που τους άφησαν οι άλλοι, σαν θεωρούσαν σίγουρο το ναυάγιό τους. Ήταν, βλέπεις, σίγουροι, για το καραβοτσάκισμά τους, σαν έσπερναν ύφαλους στα θαλασσοπερπατήματά τους.
       Σωστή ζωγραφιά τούτη η μικρή, που έγινε δεύτερος, δηλαδή πρώτος καπετάνιος και είδε συγκυβερνήτη το νέο, την ώρα που θέλησε να οργώσει τα νερά της νιότης του και να φτάσει νικητής στη στεριά.
       Πιάστηκαν χέρι-χέρι και κατηφόρισαν, νύχτα με πανσέληνο, εκεί δίπλα στο καρνάγιο, να σχεδιάσουν το ταξίδι. Αγνάντεψαν τη θάλασσα και σαν την έπιασε απαλά από τη μέση-σωστή νεράιδα, στα κατάλευκα-της ζήτησε τη μια δική της υπόσχεση: « Σπάσε ένα μετεωρίτη μόνο για μας. Δος μου την έκρηξη και κρύψε καλά ένα κομμάτι του, για το χθες, που δάκρυσες ».
       Άστραψαν τα μάτια της και μπήκε στην αγκαλιά του, γιατί τα λόγια περίσσευαν, σαν μίλαγαν οι ώρες, που θέλησαν να ζωστούν, μόνο και μόνο, για το αύριο.
       Δεν είχαν πια χρώματα να συλλαβίσουν τις άναστρες νύχτες που απόμειναν, σαν ξεπουλήθηκε το Αυγουστιάτικο ολοστρόγγυλο φεγγάρι.
       Χιλιοτραγουδισμένο το ροδόσταμα που θέλησαν να γευτούν, όταν τούτο το αγκάλιασμα, ήταν απόκοσμο και άγευτο, αλλά μάρτυρας της λαχτάρας, που οδηγεί κατευθείαν στο βάθρο του νικητή.
       Σκότωσαν το χρόνο, που θύμιζε απειρία και είχε μαβί χρώμα και αρμένισαν για ένα αύριο, που θα τους έφτανε κατευθείαν στη ζωή με Ζωή και στο μέλλον που θα είχε πάντα Μέλλον.
      
       ΣΗΜΕΡΑ έχουν γενέθλια. Τα μόνα δικά τους γενέθλια, που η γέννηση σχεδιάστηκε και ζωγραφίστηκε, από τους δυο τους.
       Βγήκαν πάλι νύχτα, στο μυστικό τους ακρογιάλι και βρήκαν να τους περιμένουν πολλοί για τη γιορτή. Τη δική τους γιορτή. Οι μέχρι χθες επικριτές, σημαιοφόροι σήμερα στους μελιστάλακτους επαίνους, υπέγραφαν στο βιβλίο συγχαρητηρίων, την προσωπική τους ευχή, δείχνοντας το μεγάλο αστείο του πράγματος.
       Έκατσα παράμερα, για να μην σπάσω τον κρίκο και είπα να τους αφιερώσω, δυο σκέψεις πεζές, αλλά βγαλμένες από στρογγυλούς στίχους και δοσμένους μπουκέτο, ότι αξίζει κάτι τέτοιες στιγμές, παραφράζοντας τη σιωπή και δαφνοστεφανόνοντας την ομορφιά, που αντέγραψαν σε μένα τα νιάτα τους.
       Δεν στόχευα σε βαρύγδουπους λόγους και μελετημένες προθέσεις, αλλά εκεί κάτω στη σκιά του φεγγαριού, ξεφύλλισα την επιτυχία τους, σαν αντίκρισα τον παλιό στόχο, που δεν ήταν άλλος, από την αναζήτηση της τετραγωνικής ρίζας, του ίσος προς ίσον. Δεν ήταν το φτάσιμο εύκολη δουλειά. Δεν ήταν περίπατος στη λιμνούλα με τα νούφαρα, παρά κουπί, για γερά μπράτσα και γύρευε ΗΘΟΣ για ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, η ανάβαση στην μεγάλη αλάνα, που στήθηκε σήμερα η γιορτή.
       Πρόλαβα να ακούσω και γω, το τραγούδι που τους έπρεπε, σαν οι συνθέσεις κατατροπώθηκαν και κλείστηκαν αθόρυβα, στη βουβή ανικανότητα, που ζωγραφίζει μονάχα, με βότσαλα στην άμμο.
       Άρχοντας, στεκόταν δίπλα τους, ο συγγραφέας της επιτυχίας και εγώ ο μικρός κριτής, θα τον λέω πάντα Άρχοντα, τον ένα και αδιαπραγμάτευτα, νικητή της μέρας.
       Πέρασε το όνειρο αντίπερα και άναψε το βωμό, στο φως του φεγγαριού, με τα πυροτεχνήματα της επιτυχίας. Και τώρα, λιποτάχτησε για μια φορά από τη λογική του και έδωσε όνομα, στο έτοιμο πια βραβείο τους. Πήρε για κοντυλοφόρο, τις υποσχέσεις της νιότης και με σινική μελάνη, της αγάπης τα ροδοπέταλα και σκάλισε τον πάπυρο που άξια καμαρώνει σήμερα, στα δεύτερα γενέθλιά τους.
       Και εκείνο το κάτασπρο φόρεμά της, σερνόταν και διέγραφε όλα τα φεγγάρια του σύμπαντος, που απόψε, παρακολουθούσαν αδύναμα τόσο φως. Σαν έφτασε στον καθρέφτη της ευχής της, ακούμπησε στα δικά του μάτια που την κοίταζαν, ίσα πάνω και αριστερά στο στήθος. Εκεί που οι χτύποι του υπάρχω, δεν είναι, η μόνη πιστοποίηση του ληξίαρχου.

             ΕΥΓΕ ΣΑΣ, παιδιά μου, ΕΥΓΕ ΣΑΣ.
       Πώς να στριμώξω γράμματα σε συναισθήματα και να δώσω εκείνο που σας πρέπει;

       Πώς νακουστώ στη χαρά σας, ένας περιηγητής στη σελίδα που έκαμα το χρόνο συνοδοιπόρο μου και κείνος άρχισε να με κλέβει με το καλημέρα;
       Οι τυμπανοκρουσίες περιττές, κάτι τέτοιες στιγμές.
      
       Εκεί στο ψηλότερο βουνό, εκεί που ερωτοτροπεί, ο ήλιος το χάραμα, φύτρωσε ένα κυκλάμινο στόνομά σας. Σας περιμένει να σας δώσει τα χρώματά του.
       ΑΝΕΒΕΙΤΕ……
       ΤΟ ΑΞΙΖΕΤΕ.
   


και εσυ ελεγες.........

κρατησα την ανασα μου    για το ειναι σου...σε ειπα δικο μου,καταδικο μου ....δηλαδη...απιαστο....ετσι ειπα να ζωγραφισω και εγω....μια φορα....

ΕΣΥ..!!!

Η σιωπη πανικοβλητη,
Ξεπρόβαλλε στων ματιων σου τους γαλαξιες…
Αρμονια, θαρρω την λεγανε και την στιγμάτισαν,
Σαν γαληνη, στην δυνη μιας θυελλας…
Ενας ανταρτης ηλιος κρυφομιλουσε με τους υφαλους
Των στοχασμων μου,σαν αλλοπρόσαλλες γεωμετρησεις της λογικης.
Παιχνιδι των κοραλιων, οι ματιες σου,
Αλητευαν στα ξεκλωνα ονειρα μου…
Πλαγιασες τις ανυποτακτες γοργονες στα μπρατσα σου,
- γητευτης ανομολογητων ποθων-
και κρατησες λιγο ουρανο, να στεγασει,
εστω για μια νύχτα….
Όλα τα αυριο, που δεν τολμησα ακομα να αντικρυσω…
Β.Μεμου