Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

Ώρα μετριότητας.

Ώρα μετριότητας.

Τρύπωσες πάλι στο αύριο
Των άοκνων κύκλων, στιλβώνοντας κλίμακες με επίθετα άκλιτα.
Αιδώς του αρχέτυπου κάρματος
Με λόγχες άπλαστων στίχων,
Στηλίτευες των κρουνών τα απότιστα αερικά .
Οι μούσες θέσπισαν λυτρωτικά αποσπάσματα ωδής,
Στο πλάνο νυχτοκάματο ενός παραληρήματος.
Η νύχτα μέριασε το βουβό σήμαντρο του αποσπερίτη,
Γράφοντας ένα πληρωμένο αστρόγραμα.
Το σύνολο πεπερασμένο.
Η λύρα άχορδη.
Η τρωτή λογιστική πλεύση,
Είναι πια θέμα προσωπικής επιλογής.
Β.Μέμου

Φωτο Τούλα Σταυροπούλου

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Αναμάρτητες πληγές

Αναμάρτητες πληγές

Μπήγεις τα καρφιά στα ακροδάχτυλά σου.
Το  μεγαλύτερο στον αντίχειρα. Πιο βαθειά, να χαλαρώσει η αποσύνθεση του πόνου.
Τραυλίζεις άναρθρα ρήματα. Τα ρήματα πάντα έχουν μια δυναμική αδικίας. Τα ρήματα  κάποιες φορές είναι άκλιτα, σαν να λέμε απόκληρα και παραπεταμένα. Σταυροί σε μνήματα ρημαγμένα και λεηλατημένα, κρυφοκοιτάζουν την ανυπαρξία σου και εσύ τρομαγμένος, σκουντάς το χρόνο να κάμει στην άκρη.
Τι τον θες, αλήθεια τον χρόνο, άμα το αίμα δεν σε συγκλονίζει, παρά το κοιτάς σαν λυτρωτική τιμωρία των αισθήσεων;
Γυφτόκαρφο με τετράγωνο κεφάλι, σκίζει την ανεμελιά της πλάνης. Κάνεις ανάγκη σου τον απόλυτο πόνο, γιατί οι θεοί δεν συγχωρούν σαλπίσματα από σημαδεμένα ξεροκόμματα.
Ώρα εβδόμη… Ημέρα πρώτη…
Ελπίδα καμία.
Β.Μέμου



Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017

Θέλω

Θέλω
Θέλω,να φορέσω το πορφυρό… τ ουρανού,
όταν στην συνουσία του με το γαλάζιο
Δεν λέμε… απλά ….η ώρα, η έκτη….
Ανάσες σε τόνους αμόλυντους, χτυπάει το σήμαντο
Και ανάβει πυρσούς, σε συρματοπλέγματα αδιόρατα.
Κραδασμοί και συσπάσεις… ημέρα δεύτερη…
θέλω….. σ ένα στίχο σου …να φορέσω εκείνο
το δαντελένιο μεσοφόρι το παλιό…
να κρύψω της κόλασης τους γύπες,
σε νόησης περάσματα!
Να γράψω το Ο όπως λέμε ονειροπαγίδα,
με το κόκκινο της Ανάστασης.
Οι αστραπές θα φρενάρουν,
ασπόνδυλα στίφη κολασμένων αφανισμών,
σε μάχιμους  υπερόπτες.

Πληγές από νύχια μπηγμένα στα πάθη.
Β.Μέμου
Φωτο.Τούλα Σταυροπούλου

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

πολυτεχνειο

ΕΔΩ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ…

Καταμεσής το Νοέμβρη

« Μέσα από τα πλεμόνια του, έστελνε στους ανέμους του κόσμου, εκείνο το Παιδεία, Ελευθερία.
Δεν ήταν νεκρά γραφόμενα στοιχεία, και οι βασιλιάδες των Ίνκας μαρμαρωμένοι, δίχως όνομα, αρτηριακοί ρόζοι και φαγωμένα κύματα.
« Ο άνθρωπος, ήταν πιο πλατύς από τη θάλασσα »,κοχύλι και βύζαγμα, αποκαμωμένου τρεμουλιάσματος, υγράδα του βράχου, ασμίλευτης γραφής, και χορταριασμένες αντιλήψεις, μυστικής και νερένιας υφής.
Στα σιδερόφραχτα χτυποκάρδια του, οι ήχοι, ήταν οι γροθιές, ακλόνητων και τολμηρών υποκόπανων, στο αδιέξοδο του καιρού, σαν τόλμησε να χαράξει της λευτεριάς ταρχικά.
Δεν τα ξανασκάλισε κανείς, ο ήλιος τα δρασκέλισε, τα χείλη του ψωμιού αποκηρύχτηκαν, η δίψα του οξυγόνου θάφτηκε, ή βάφτηκε και άλλαξε όψη, από το αίμα και τη λησμονιά.
Η ανάσα και η σκορπισμένη μυρωδιά του, δεν χάθηκε, μα σαν ερωτοτροπούσα κορασίδα, χλόμιασε, στο πέρασμα του αργιλώδους βράχου και σωριάστηκε καταγής.
Από την ανεμπόδιστη σπίθα, φούντωσε η φλόγα της αγανάχτησης ,μέχρι τις πορφυρένιες ακροκοσμιές, μέχρι εκεί που στοιβάχτηκαν όλοι οι καιροί, στις αμμουδιές της δικής του ώρας και στους αφρούς της αβύσσου.
Και αφουγκράστηκα, λεύτερε επαναστάτη από ψωμί και λύτρωση, πορφυρογέννητη τη μήτρα της καταχνιάς και της καταπόνιας.
Μικρός εγώ, αθλητής  της λεύτερης αρένας, αληθινός και άνθρωπος, πασπαλίστηκα του αγώνα σου τις μυρωδιές και έτσι άγγιξα τις πέτρες της κάθαρσης.
Θα βροντήξω και εγώ, αν χρειαστεί, τη γροθιά μου, στην κόψη του σπαθιού, των αληθοφανών απολαύσεων, να βγει αίμα… να ζωγραφίσω ζωή….»

Μόνος του, τάγραψε τούτα τα βγαλμένα από την ψυχή του λόγια, να τα διαβάσει στο σχολειό του, τη μέρα της γιορτής.
Πρέπει να με πας παππού, είναι διαμαρτυρία αυτή η πορεία. Είναι και δική μας υποχρέωση. Ήταν ιερός ο σκοπός και ο αγώνας τους, εσύ μου τόμαθες. Το ξέχασες παππού;
« Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία » ήταν τα συνθήματά τους και μεις, οι νεότεροι της δεύτερης γενιάς, πρέπει να θυμόμαστε. Είχε καμιά δεκαριά μέρες, που τάλεγε και τα ξανάλεγε.
Ανήσυχος ο μικρός στα δεκαπέντε του, έδινε χρώματα στις μνήμες με την παιδική του αφέλεια. Έπιανε και το χέρι του στη ζωγραφική και από στήθους, μπογιάτισε έναν πίνακα, με το τανκ στη σπασμένη πόρτα. Του έκαμε και κορνίζα και το κρέμασε πάνω από το γραφείο του.
Σαν μίλαγε για το τότε, αλλά και για όλα τα ένδοξα της φυλής μας τότε, τα μάτια του πέταγαν σπίθες.
Καθαρόαιμος Έλληνας και στις εθνικές επετείους, ντυνόταν πάντα με τη φουστανέλα του πατέρα του.
Έχουμε το μεγάλο χρέος, να θυμόμαστε. Έχουμε τη μοναδική ευθύνη, να κρατάμε τα σύμβολά μας ψηλά. Οι αγώνες δεν είναι πετροπόλεμος, ούτε κλέφτες και αστυνόμοι. Είναι θέμα τιμής και περιχαράκωσης των μεγάλων ιδανικών μας. Τίποτα δεν σας χαρίστηκε, τα κατακτήσατε με τους αγώνες σας, παππού – αγωνιστής της αντίστασης, ο παππούς του – και εμείς τα παραλάβαμε με την μόνη υποχρέωση, να τα διαφυλάξουμε στο ακέραιο.
Τούτη η μέρα είναι ξεχωριστή από όλες τις άλλες. Εδώ ο εχθρός ήταν ντόπιος. Δικός μας άνθρωπος, αλλά δέσμιος και υποκινούμενος, από ξένους. Εδώ η δουλεία ήταν διπλή, γιαυτό έχει αξία, η μνήμη να μείνει αναλλοίωτη. 
Με περηφάνια είχε μπει στη πορεία, με τον παππού του να επιμένει να τον κρατά σφιχτά από το χέρι.
Είμαι μεγάλο παιδί, για να με κρατάς. Μπας και φοβάσαι μην με κλέψει κανείς; Μουρμούριζε συνέχεια.
Τα συνθήματα του άρεσαν και τα φώναζε με σφιγμένη τη μπουνιά του. Ήταν και μερικά που δεν καταλάβαινε, αλλά σκεφτόταν: Ο ενθουσιασμός δεν έχει κάγκελα.
Όλα έγιναν ξαφνικά,…… εκεί στη συμβολή Πανεπιστημίου και Βασ. Σοφίας. Κανείς δεν κατάλαβε το πώς, από πού και το γιατί; Χωρίστηκαν κάμποσοι από την πορεία, εμφανίστηκαν άλλοι από το πουθενά, με κράνη, κουκούλες, μαδέρια και ο « σώζων εαυτόν σωθήτω ».
Οι από δω με μολότοφ, οι από κει με δακρυγόνα. Πέτρες, νεράντζια τα πυρομαχικά, ενάντια στα χημικά και τα δακρυγόνα. Ε! εκεί έχανε ο Κύριος το μπούσουλα. Πιάστηκαν και σώμα με σώμα. Έφαγε κανα- δυο στην πλάτη, δεν ξέρει από ποιους, αλλά σίγουρα ο εξευτελισμός ήταν ίδιος. Τι σημασία έχει ποιος τον κουβάλαγε;

Στάθηκε αλαφιασμένος  και αποκαμωμένος, εκεί κάπου στην οδό Υψηλάντη και με γουρλωμένα τα μάτια, κοίταζε γύρω του. Ήθελε να βάλει τις φωνές, τόσο δυνατά, που νακουστεί τριάντα χρόνια πίσω. Κανένας γνωστός του δεν ήταν εκεί κοντά. Σκέφτηκε να βρει έναν  αστυνομικό για βοήθεια, μιας και το κινητό του τηλέφωνο τόχασε, μέσα στον πανικό. Εδώ έχασε ολόκληρο παππού, που τον κρατούσε σφιχτά από το χέρι. Πόσο μάλλον ένα κινητό.
Πήρε την απογοήτευσή του παραμάσχαλα, γιατί από τώρα ένιωθε τόσο, μα τόσο πολύ προδομένος και κάθισε στο πλατύσκαλο μιας πολυκατοικίας.
    Έβγαλε το γέρο παππού του στο δρόμο, να δοξάσουν τις  νωπές ανάσες μιας γενιάς και ότι κατάφερε ήταν… να τον χάσει και να ψάχνεται μόνος, εκεί στη οδό Υψηλάντη.
Ποια άραγε ιδανικά να κουβαλάνε τούτοι οι κανίβαλοι της ιστορίας, που με το προσωπείο του γνωστού-αγνώστου, λεηλατούνε κάθε τι μεγάλο και ωραίο;
Σε ποια πορεία διαμαρτυρίας να συμμετέχεις και για ποιο να πρωτοδιαμαρτυρηθείς, σαν οι ειδήσεις κατακλύζονται  από ανθρωποκυνηγητό, στα στενά της πόλης, σπασμένες βιτρίνες και καμένα αυτοκίνητα; Ποιος τιμά μια επανάσταση, με λεηλασίες περιουσιών, φουκαράδων μεροκαματιάρηδων, που βρέθηκαν σε λάθος θέση, τη λάθος ώρα;
Πού πήγε το « ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία » και πώς το διδάχτηκαν, οι ανατροπείς και καταπατητές των δικών μου και δικών σου δικαιωμάτων; Ποιος τους έδωσε το ελεύθερο, ρε αδερφέ, να σπιλώνουν μια μέρα, που για κάποιους εξακολουθεί να είναι ημέρα οδύνης; Ποιος τους έδωσε τα σύνεργα να γκρεμίζουν το όνειρο και την ελπίδα για αγώνες, σε ένα δεκαπεντάχρονο παιδί;
Τι ναποφασίσει για το μέλλον και από ποια πλευρά να σταθεί; Με τι μυαλό να προχωρήσει το πέταγμα των χελιδονιών, εκεί κατάμονο και φοβισμένο, καταμεσής στην οδό Υψηλάντη;

Τελικά, είχε σίγουρα « βεβαρημένο παρελθόν ο Διομήδης…… »     


     

Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

τεφρες ονειρων

........Χάιδεψε τα γένια του, σαν να είχε ανάγκη μια τέτοια θύμηση. Φέρε ένα ποτηράκι Κυρ Κώστα, το αναθεματισμένο τσιγάρο πήγε και έπεσε μέσα.
Στην υγειά της Μαρίνας μου να πιώ. Δεν ξέρεις για τι θηλυκό μιλάμε; Γυναίκα που δεν κυκλοφορεί εύκολα. Ήταν η Μαρίνα μου, Κυρ Κώστα.
 Κορμί ηφαίστειο! Όλα τα θυμάμαι… Μυαλό; Αυτό κι αν ήταν.
Γυναίκα σου λέω… τι γυναίκα, δηλαδή, γυναικάρα. Και στα δύσκολα;
Μπροστάρης, με στήριξε, όταν όλοι με παράτησαν. Εγώ είμαι εδώ, έλεγε. Εγώ.
Το κοριτσάκι μου, το στήριγμά μου, αλλά ο άμυαλος την έκανα να φύγει. Και να τα χαΐρια μου. Αν την είχα παρακαλέσει, αν ήμουν αλλιώτικος!

Φαντάσου τι άξεστος ήμουνα –καλά που με ανέχτηκε και τόσο καιρό- που βγήκαμε στην ταβέρνα και εγώ αφοσιώθηκα στην τηλεόραση να βλέπω το μαντολίνο του στρατηγού… πως τον λέγανε. Γύρω μας οι άλλοι τραγούδαγαν, έπιναν και εγώ εκεί με το μαντολίνο. Γιαυτό σου λέω, τι να έκανε μαζί μου, μια τέτοια γυναίκα;

Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017



…Αδιάφορα σφύριζε, απατημένο, το αστέρι του νότου.
η παλίρροια κρόταγε πρίμο σεγκόντο.
ένας αστρολάβος έδειχνε, ώρα θανάτου…
Θα φύγουμε ψιθύρισες
και η ηχώ σου ....
Άρχισε να λιθοβολεί ελπίδες…


το εξώφυλλο του βιβλίου ΣΤΟ ΒΡΑΧΟ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΜΕΔΑΣ...
μια υπεροχη δουλεια από την φίλη μου ζωγραφο Gaby j Moussa . ..... 

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

Στο βράχο της Ανδρομέδας

Κατάντια…

Ηλιοκαμένοι μεςκαμχίμηξαν  άοπλοι σταυροί,
ηλιοκαμένες σκιές τράβηξαν κατά το βουνό.
Ο χορός ήταν τραγικός μάρτυρας
αρχαίου δράματος.
Κυπαρίσσια ορθώθηκαν οι κυνηγοί του πεπρωμένου…
Ήταν η κατάντια των σκελετωμένων αμαρτημάτων,
που τραύλιζαν για άφεση διωγμών,
σε σκοπέλους μοναχικούς.
Άνυδροι, φαλιρισμένοι, δίχως του γλάρου το λευκό πανωφόρι,
Δίχως του φεγγαριού δρασκελιές.

Η κατάντια…
Είναι πάντοτε..

Άμοιρη ευθυνών…       

Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

Ένα όχι στο ονομα του λαου









«Μια κουκίδα στο χάρτη, μια πινελιά μονάχα, στον μεγάλο πίνακα της υδρογείου, έβαλαν στο στόχαστρο και σχεδίαζαν την παντοδυναμία τους.
          Μέρα με μνήμες, η 28η του Οκτώβρη, μιας και όλα γράφτηκαν στην νεότερη ιστορία και μάλιστα με την υπερηφάνεια μιας χούφτας ξυπόλητων ανθρώπων, που το μόνο που είχαν να προτάξουν στον αντίπαλο δεν ήταν αριθμητικώς μετρήσιμο  με απόλυτα νούμερα, μα με την ανένταχτη και αδούλωτη ψυχή που αλλοτριώνει  τους αριθμούς και ξεθωριάζει τις υπεροχές  σαν σωριάζει τα τείχη με ένα και μόνο «αέρα».
          Στις μέρες μας προστέθηκαν τούτες οι σελίδες στον μεγάλο τόμο των πολισμικών αναμετρήσεων και έδωσαν το στίγμα για παιάνες. Κολοσσοί παραδόθηκαν στον μεγάλο παράφρονα που έστηνε σχέδια καθορίζοντας τύχες και λαούς, σαν να ήσαν μολυβένια στρατιωτάκια ενός επιτραπέζιου παιχνιδιού.
Ξεδίψασε την αιμοσταγή μορφή του με παλικαρίσιο νάμα, δίνοντας κορμιά στο Γράμμο και στο Βίτσι. Ξεκλώνισε και ξεχέρσωσε φαμίλιες ολάκερες στα χώματα της Αλβανίας και έστησε άκλαφτους τάφους και μνημεία αγνώστων στρατιωτών, σε κάθε ράχη. Έπρεπε για άλλη μια φορά να «πληρωθεί το ρηθέν»:Οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες. 
Ήταν η καρδιά, ήταν το φιλότιμο που μας έθιξαν και δεν το αντέξαμε να παραδοθούμε και τα διαβαίνουμε με το κεφάλι κάτω.
Νεότερη γραφή της ιστορίας στο ίδιο βιβλίο του «μολών λαβέ». Έτσι ορίστηκε η μοίρα αυτού του τόπου. Να υψώνει ανάστημα και να αναμετράται κάθε φορά με την παράνοια κάποιου.»
Δεν  άντεξε να προσθέσει τίποτα παραπάνω. Τα δάκρυα αυλάκωναν τα μάγουλά του και έπνιγαν τις λίγες λέξεις που είχε σχεδιάσει να πει την μεγάλη τούτη μέρα.
Ήθελε να μιλήσει κι άλλο, είχε πολλά να πει για κείνα τα χρόνια, μα ο πόλεμος ακόμα καλά κρατεί αν και άλλαξε μορφή και προσωπείο.
Άλλαξε ο εχθρός, άλλαξαν τα όπλα, έμεινε όμως το ίδιο Όχι και επαναλαμβάνεται χρόνια ολάκερα.
Τότε λεγόταν Ναζιστική και Φασιστική εκστρατεία και φωνάξαμε ένα μεγάλο Όχι. Υψώσαμε το ανάστημά μας μπροστά σε έναν πολυάριθμο κατακτητή. Μετά το είπαν τρομοκρατία και ένας άλλος παράφρονας τάβαλε με κάτι πεινασμένα παιδιά στο Αφγανιστάν και μπήκε στο Ιράκ σαν σωτήρας. Και που φωνάξαμε Όχι και διαμαρτυρηθήκαμε τι έγινε;
Πήγε λέει να πατάξει την Τρομοκρατία και έτσι τους κάθισε στο σβέρκο ίσαμε σήμερα.
Τώρα βαφτίστηκε οικονομική κατάρρευση και τούτος ο πόλεμος δεν ξέρουμε πότε θα τελειώσει και πόσα θύματα θα μετρήσει. Και να τελειώσει οι πληγές θα σκάβουν τα κορμιά και τις ψυχές μας για χρόνια. Οι εφιάλτες θα λεηλατούν τον ύπνο μας αλλά και το ξύπνιο μας. Τι πιο τρομερό χρειάζεται για να σαλέψει ο νους; Νάτη πάλι η αντίσταση. Πάλι ένα Όχι λεβέντικο όπως ταιριάζει στη φυλή μας. Όχι… θα αντέξουμε, θα κάνουμε θυσίες πάλι, θα παλέψουμε.
Καημένε κοσμάκι πόσες αντοχές να έχεις άραγε; Τι άλλο να σε περιμένει; Ο πόλεμος πια άλλαξε και τα όπλα του. Τώρα δεν σου σακατεύουνε το κορμί μα το μυαλό σου, την ψυχή σου, αυτά που δεν έχουν καμία μετά γιατρειά.  
Ήρωας στο Αλβανικό, θεώρησε τιμή μου να αφήσει ένα στεφάνι στους συναγωνιστές του που δεν γύρισαν.
Πήρε το ξύλινο πόδι του σέρνοντας και στάθηκε προσοχή μπροστά στο μνημείο των πεσόντων.
            Ντρεπόταν τόσο αντικρίζοντας τα ονόματα των ηρώων. Αυτοί θυσιάστηκαν για την μεγάλη Ιδέα. Για μια λεύτερη ύπαρξη μας. Όμως δεν διδαχτήκαμε τίποτα από την θυσία τους.
Καθώς φαίνεται…. Μόνο οι μάχες τέλειωσαν.

Ο πόλεμος…..γίνεται όλο και πιο σκληρός και πιο ύπουλος.   

Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2017

δακρυα κρίνων


Πάροικος  λίχνος,
Δάκρυα ξέμακρα,
Πέρασαν την τήβεννο
Της απραξίας, σε ξόβεργες περασμένης νοσταλγίας.
Το δάκρυ ξεμάκραινε τα απολιθώματα της αστροφεγγιάς,
Λογομαχούσε με την αμίαντο υπόληψη.
Μια νυχτερίδα απορούσε για τα στραβοπατήματα της ώρας,
Σε άσπιλα  νυχτερινά μανταλώματα.
Ο κατοπτρισμός ήταν απλά θέμα
Φυσικής αναζήτησης.

Β.Μ/

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2017

Τρίτη 22 Αυγούστου 2017

Άνομες ώρες

Άνομες ώρες

Νυχτοκαρτέρεσαν
Τα’ απομεινάρια της πάχνης.
Σκίρτησαν και τώρα,
οι άνομες ώρες,
σαν τότε,
που ρήμαξαν
της νιότης οι έχτρες
και ανάδεψαν
τα’ αποκαΐδια
των νοερών αναπαραστάσεων.
Σκεπτόμαστε τις ώρες, που στριμώχτηκαν
αποκοιμισμένες
στο σκοτεινό και
αραχνιασμένο
δωμάτιο….
Πάει….
Κιότεψε του χρόνου
η άμαθη ορφάνια,
άνοιξαν τα φτερά
οι καινούριες ελπίδες,
με μάτια
που λάμπουν για τα
μελλούμενα .
Άντε… να πάμε τη νιότη μας παρακάτω….






Παρασκευή 18 Αυγούστου 2017

Ώρες παύσης




Ώρες παύσης

Ξέπλυνε
Τα’ αποκαΐδια της αγρύπνιας  
και ξεστόλισε τον αμάραντο του Αυγερινού λιποτάκτη,
μπας και ξεφτίσει η νύχτα,
τα μελλούμενα αχνάρια της λογικής,
που δεν αντέχονται,
ούτε από τον ίδιο τον βάρβαρο πόνο,
όταν θάφτηκε στο λυκαυγές
απόκοσμων στύσεων.
Τώρα….
παραμέρισε  με μιας,
η καινοτομία των τάφρων.
Και λέω….
πού λιθάρι…..
να βάλει μαξιλάρι στον τρόμο;
Πού κραυγή ν’ ακουστεί
και να μην δακρύσει από την αγωνία των θολερών αποσπασμάτων;




Κυριακή 13 Αυγούστου 2017

Άνομες νομές του ωραίου


Άνομες νομές του ωραίου

Πολυσύχναστοι οι δρόμοι του έρωτα,
θύματα σε τροχαία ανέλπιστης σμίλης,
να νυμφεύονται με κληματόβεργες,
νυχτερινές ραψωδίες,
καλοκαιρινού περιστήθιου πλέγματος.
Η λαφήνα μέθυσε-άντε να περάσει και τούτος ο μήνας-
με Ολύμπια στάματα,
παραμονές ηλιοτρόπιας μετάνοιας.
Σπουδαστής αδάμαστου πάθους,
κελευστής του αίλουρου πόθου,
παίδευε αμήχανα στρωσίδια,
σε λάβαρα παθιασμένων στοών.
Γονάτισε στου κάπρου την ορμή
και τράβηξε τον Θυρεό του ωραίου,
στα στρωσίδια που λαίμαργα ξεφύλλιζες.
Ω! εσύ κόρη της νιότης,
πλανεύτρα των Κούρων της αρχαίας παλαίστρας,
στάσου ακίνητη,
λαίμαργα να πλυθώ στων ματιών σου την κρήνη
και πες…. Απλά όλα έχουν λόγο συνάντησης.

Β.Μεμου

11/8/2017

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

ΧΑΡΗ ΠΑΤΣΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ




Ιδιαίτερη τιμή και χαρά να μετέχω στην ΜΕΓΑΛΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΧΑΡΗ ΠΑΤΣΗ...
Ευχαριστώ την Κ.Ελένη Πάτση που με συμπεριέλαβε στην εγκυκλοπαίδεια ανάμεσα σε καταξιωμένους λογοτέχνες

Πέμπτη 27 Ιουλίου 2017

Β' Βραβείο σε Παγκόσμιο Ποιητικό Διαγωνισμό για τη Βούλα Μέμου

https://www.filodimos.gr/all-issues/aigialeianews/politistika/90166-2017-07-27-16-35-01

Μια ακόμα διάκριση για τη συνεργάτιδα του filodimos.gr Βούλα Μέμου, προέκυψε με τη συμμετοχή της στον ΣΤ' Παγκόσμιο Ποιητικό Διαγωνισμό της Αμφικτυονίας Ελληνισμού, ανάμεσα σε δεκάδες ποιήματα από όλο τον κόσμο.
Η Βούλα συμμετείχε με το ποίημά της "Πομπές Ανέχειας", στην κατηγορία "Ελεύθερο θέμα".
Πομπές ανέχειας…

Σε ταξίδι ελπίδας,
απάγκιαζε κάθε όνειρο του το ξημέρωμα,
με πέταλα βασιλικού,
σε δοξάρι βιολιού,
-στόλισμα πρόσκαιρων τροφών-
και ουρανοσπηλιές αγγέλων.

Έσμιγε απονήρευτες στράτες,
-αστεριών αρμάδες-
σε χρόνους τόσο χαλεπούς,
μιζεροσκονισμένους.
Απομεινάρια παιδικής αθωότητας,
που σταυρώνονται…
σαν σφίγγει την γύμνια τους,
πυρακτωμένη, η μέγγενη της φτώχειας.
Η πανσέληνος, κούρνιασε σε φυλλωσιές δακρύων,
γιατί λούστηκαν την ανέχεια,
από τα γεννοφάσκια τους.
Υπόλογοι και μάρτυρες, αναμάρτητων κυοφορήσεων.

Η ελπίδα απόστρατος λόγιος,  λεηλατημένος σκοπός,
σε κολασμένες υπολήψεις,
σέρνεται, σε σκουριασμένους κάδους σκουπιδιών.
Ναυαγοί των λεωφόρων…
κάτι τρύπια παπούτσια,
λάφυρα, από την μεγάλη χωματερή, των σπουδαίων,
που ξεσπίτωσαν, κάθε ίχνος αξιοπρεπείας.

Τώρα αηδόνια, μοιρολογούν αδέξια
Οι αντοχές τρύπωσαν σε καταπακτές  απόγνωσης…
Και εκεί… στην γωνία του μεγάλου δρόμου…
Ο επαίτης…
έκλεισε μόλις τα πέντε του…

ΣΤ΄αμφικτυονία Ελληνισμού



Πομπές ανέχειας…

Σε ταξίδι ελπίδας,
απάγκιαζε κάθε όνειρο του το ξημέρωμα,
με πέταλα βασιλικού,
σε δοξάρι βιολιού,
-στόλισμα πρόσκαιρων τροφών-
και ουρανοσπηλιές αγγέλων.

Έσμιγε απονήρευτες στράτες,
-αστεριών αρμάδες-
σε χρόνους τόσο χαλεπούς,
μιζεροσκονισμένους.
Απομεινάρια παιδικής αθωότητας,
που σταυρώνονται…
σαν σφίγγει την γύμνια τους,
πυρακτωμένη, η μέγγενη της φτώχειας.
Η πανσέληνος, κούρνιασε σε φυλλωσιές δακρύων,
γιατί λούστηκαν την ανέχεια,
από τα γεννοφάσκια τους.
Υπόλογοι και μάρτυρες, αναμάρτητων κυοφορήσεων.

Η ελπίδα απόστρατος λόγιος,  λεηλατημένος σκοπός,
σε κολασμένες υπολήψεις,
σέρνεται, σε σκουριασμένους κάδους σκουπιδιών.
Ναυαγοί των λεωφόρων…
κάτι τρύπια παπούτσια,
λάφυρα, από την μεγάλη χωματερή, των σπουδαίων,
που ξεσπίτωσαν, κάθε ίχνος αξιοπρεπείας.

Τώρα αηδόνια, μοιρολογούν αδέξια
Οι αντοχές τρύπωσαν σε καταπακτές  απόγνωσης…
Και εκεί… στην γωνία του μεγάλου δρόμου…
Ο επαίτης…
έκλεισε μόλις τα πέντε του…


                                                                           

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Μύθοι αέρινοι

Μύθοι αέρινοι

Μια χαραυγή σιωπής ύστερα από τόσες χαραυγές.
Έλα! Ανηφόρισε μαζί μου!
γεύσου μαζί μου τις μυστικές ομορφιές.
Το νερό ατιθάσευτο
πλένει το νούφαρο που γερεύει,
ως τον άγουρο μίσχο του.
Μυστικίζει η μοναξιά της αγράμπελης
το άφυλλο φυτό
της μελανής σκιάς του βουνήσιου στοιχείου.
Έλα μονότονη νότα,
σαν λύτρα της μονόγευτης ώρας.
Όταν αισθάνομαι μάγεμα και ομορφιά-
μαγεμένη άνοιξη που ερωτεύεται αμουδιές,
ως δροσόσταλη πηγούλα,
χαϊδεύεις την αγριάδα.
Στ’ αετόχτιστα πλάγια,
μουντή ηλιόσκονη και
ξεβαμμένη απόχρωση,
σαν ζωντανή στάλα,
ατενίζει
της Μιλήτου
το τείχος τηςσιωπής.
Αντάμωσε το είμαι μου,
στο ερωτικό του απόγιομα
μέχρι τα παράλληλα ελάσματα
της μοναξιάς.
Το γέρικο ανάστημα ακόμα
επιβάλλεται στης σελήνης τα γυρίσματα
με τις αιμοχαρείς μοναξιές
του πλάτανου,
όταν ξαναθάβουν την αστερόσκονη.
Γεράνι του νεκρού βασιλείου της ερημιάς
άχρωμο γέλιο, ρημαγμένο παράπονο,
γλυφό νερό, αέρινη σκιά,
τυφλό χτυποκάρδι, αραχνική καταχνιά,
τριγωνικό βλέφαρο, γέμα από βράχο,
νερό και γέλιο.
Νωθρό πλεούμενο, αόρατη χαρά,
σαν το αλάτι στους αφρούς των κυμάτων.
Διχοτόμηση του χώρου,
χώρος από γέλιο,
γήινο αστέρι, φωλιά από σπουργίτια,
αιχμάλωτος θρόνος, κάθισμα πύλης
της κεφαλής μονόκερο σκίψιμο,
γραφή που όνειρα σε χάραξαν
κλαριά που βήματα σας τάραξαν,
μύθοι ατέρμονου στόχου.
Η χροιά ίδια.
Εσύ πάντα στο ΕΔΩ ΜΟΥ.




Κυριακή 23 Ιουλίου 2017

βουλα Μεμου

Μαραθώνιος απόπλους
Κλήτευσε την συσταύρωση των ρόδων,
Οι ώρες κλήθηκαν μάρτυρες
γεωμετρικής εποχής…
τούτη η πασχαλιά μοσχομύρισε στον κόρφο σου..
σπιούνος ενός ανθισμένου σταλαγμίτη,
που χόρευε ορφικούς ήχους, σε χρόνο ανύπαρκτο…
βγάλε το πουκάμισο του χειμώνα…
πέταξέ τον στο βράχο της ανάληψης
και έλα στην ακροθαλασσιά ,
τα γράμματα στην άμμο έχουν κάποιες  φορές..
μεγάλη αξία…
Β.Μέμου
Φωτο Τ.Σταυροπουλου  


ΒΙΚΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ

#προσεγγιση_της_αναπηριας_στην_προσχολικη_ηλικια
Άλλη μια επιτυχια της Βίκυς μου..Ομιλίτρια σε συνέδριο στομ Ναύπλιο με θέμα ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗς ΑΝΑΠΗΡΊΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ