Σάββατο 4 Απριλίου 2015

ηταν ενας κλοουν!!!!!


       ΗΤΑΝ…..ΕΝΑΣ  ΚΛΟΟΥΝ…

       Η βροχή ήταν καταρρακτώδης, Όμως δεν φύσαγε εκείνο το βράδυ. Μόνο έβρεχε και έβρεχε  ανελέητα. Ήταν βλέπεις και η ξηρασία. Έξι μήνες και ούτε σταγόνα ζωής σε τούτο τον παρολίγο ευλογημένο τόπο.  Όλοι διπλοπαρακάλαγαν, μέχρι χθες, έστω για μια ψιχάλα. Λίγο και θάκαναν λιτανείες. Για λίγο νερό, θάκλαιγε χρόνια η γη. Η παρολίγο ευλογημένη γη. Τώρα σκέφτηκαν ένα κερί στο παλιό και ξεχασμένο κόνισμα και μια παράκληση, για λίγο νεράκι. 
       Όλα τους τάδωσε ο Πλάστης απλόχερα. Όλα. Και κείνοι τα πήραν και τα καταβρόχτησαν. Δεν κράτησαν ούτε μια αξία νάχουν να ελπίζουν, σε μια καλύτερη συμβίωση. Η ζωή έγινε ένα φτηνό είδος προς πώληση. Όλα πουλιόνται και αγοράζονται στη φτήνια. Τα καλάθια των συναισθημάτων και αισθημάτων, στο πεζοδρόμιο. Τίποτα το όμορφο και αγνό. Αγνότης, ήταν η μεταπώληση της μπέσας, σε τιμή ευκαιρίας. Όλοι έψαχναν… και έψαχναν…. και να τους ρώταγες το μόνο που θα απαντούσαν, ήταν πως « ψάχνω ».
       Ψάχνω…Για τι:
       Ζω…Για τι:
       Είμαι…Για τι:
       Είχε και κάτι αστραπές εκείνο το βράδυ… Βαρέθηκες πια να κάθεσαι με τις ώρες στο μισοσκότεινο καμαράκι σου, που μόλις και με τα βίας χώραγαν είκοσι νοματαίοι.
       Τούτη τη βροχή και εσύ την περίμενες. Κάθε που άστραφτε έβλεπες καθαρά τις ξεπλυμένες πνοές να σωριάζονται, σαν άδεια σακιά, μέσα στα λασπόνερα.    
       Και συ, ο δύστυχος ονειροπόλος των αντιρρήσεων, περιφερόσουν, ίσαμε το ξημέρωμα, έτσι για να λες ότι …κόβεις χιλιόμετρα.
       Κοίταγες από δω και έβλεπες κόσμο να ψάχνει. Κοίταγες από κει και έβλεπες κόσμο να πουλάει. Και συ στη μέση, δεν μπορούσες να κατατάξεις τον εαυτό σου κάπου. Ούτε στους αναζητητές, ούτε στους πραματευτές.
       Ήθελες ένα κόνισμα να προσευχηθείς και κείνο που έβρισκες ήταν εικονίσματα σε τιμές ευκαιρίας. Ήμαρτον Κύριε, σταυροκοπήθηκες. Τούτο εδώ είναι ζωοπανήγυρη.
       «Και ποιος σου είπε κύριε νάρθεις:» Και συ αναρωτιόσουν γιατί ήρθες.
       Βρέθηκες τυχαία να περπατάς εδώ: Ή ηδονίζεσαι με την φθορά των πάντων: Τα συντρίμμια είναι η απόδειξη μιας περασμένης ομορφιάς. Η φθορά είναι ταπομεινάρια, αυτής της ομορφιάς.
       Εσύ άραγε τι είσαι:
       Η ομορφιά , ή η φθορά:
       Συντρίμμι, ή απομεινάρι:

       Τούτο και νάναι βασανιστική πρόκληση. Εσύ είσαι ο άγνωστος ντελάλης, των φθαρμένων καταστάσεων.
       Και στάλεγαν πρότερα και στάδειξαν, αλλά εσύ τι έκανες: Σε συλλαμβάνουν έτσι γελοίος που φαίνεσαι.
       Σου δένουν τα μάτια και σε περιφέρουν στις αγορές.
       « Τώρα τι βλέπεις παλιάτσε:»
       « Γιατί δεν δούλευες, αλλά έκοβες βόλτες:»
       Μα εγώ……
       « Τι είπες : Εγώ : Και ποιος είσαι εσύ και λες εγώ: Ποιος σούδωσε το δικαίωμα να κρίνεις και να λες εγώ :»
       Και ξαφνικά σπάνε οι χορδές σου και δεν θα ξαναμιλήσεις πια. Να και για αντίδραση σταματάς και να σκέφτεσαι. Τι να σκεφτείς και γιατί να σκεφτείς: Έχουν αναλάβει άλλοι αυτή την αγγαρεία. Πόσο θάθελες και συ, για μια φορά και μόνο στη ζωή σου, να ζήσεις αγκαλιά με τις σκέψεις που έκανες τόσα χρόνια!!! Οι κλόουν στα τσίρκο δεν σκέφτονται. Κάνουν τους άλλους να γελάνε. Αυτό φτάνει.
       « Γιαυτό σαφήνουμε να ζεις. Ποιος σου είπε ότι μπορείς να λες τη γνώμη σου, ή να κοιτάς μαυτό το ηλίθιο βλέμμα: Εσύ, μόνο θα κινείσαι για να γελάνε οι άλλοι.»
       Την πήραν χαμπάρι, όμως την αλλαγή σου. Σε ρωτάνε τι έγινε και εσύ κοιτάς μένα απλανές βλέμμα, που τσακίζει κόκαλα και δεν μπαίνεις στον κόπο ούτε καν να τους ακούσεις. Εσύ δεν λες τίποτα. Φαντάσου νάξεραν ότι σταμάτησες και να σκέφτεσαι μόνο από αντίδραση.
      Αφού πήγαν σε κείνο το στρογγυλό γυάλινο τραπέζι τόριξαν σε απανωτές συσκέψεις. Απόφαση καμία. Και δος του οι συσκέψεις. Και δος του πονοκέφαλος. Και δος του « κούκος μονός σε διπλό ταμπλώ ». Και ποτάμι ο ιδρώτας.
       Αναρωτιέσαι ο άνθρωπος, τι έκανες και τι θα σε κάνουν:
       Γιατί σε απομόνωσαν αφού δεν έκανες τίποτα:
       Τίποτα: Άκου τίποτα….
       Μέγιστο αμάρτημα.
       Εσύ όμως τα είδες όλα. Τα ένιωσες όλα και δεν ήθελες να βγεις εκεί έξω.           Προτιμάς την απομόνωση. Προτιμάς τον κλόουν άβαφο και μόνο στο κλειδωμένο καμαρίνι.
       Δίχως να γελάει κανείς εις βάρος του. Είναι θα μου πεις λύση αυτή: Ε … είναι μια λύση.
       Όταν η φθορά φτάνει σε σένα, όταν όλα είναι τίποτα, εσύ γιατί να κάνεις διαγνώσεις και να προβλέπεις, επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα:
       Ποιος θα γυρίσει να κοιτάξει και νακούσει, όσα λέει ένας κλόουν:
       Ποιος θα πάρει χαμπάρι τον χαμό σου:
       Νάξερες τι θα πει « ρέστα » φουκαρά μου :


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου