Ήταν ο χρόνος
που θρονιάστηκε στο πρεβάζι και λογίκεψε τους
πανσέδες στο άνθισμα τους,
την νύχτα των στεναγμών που
δεν ακούγονταν οι ανάσες και δεν στρατηγήθηκαν τα νησιά των κοραλλιών.
Ήθελα…
να στρώσω τις στράτες με αφτιασιδωτες ορμές,
ήθελα…
να λευτερώσω τις θύελλες
και να γράψω την ιστορία ανάποδα.
Αναδιπλώσεις θα πεις και θα κρατηθείς μακριά
από της μοίρας τα παραληρήματα,
αλλά θα σε καταλάβω ακριβέ μου,
θα ντυθώ την πανσέληνο να φωτίσεις ταπομεσήμερο,
μόνο για να ζαβώσω το μαχαίρι στο ακόνι σου…
έτσι…
για να νιώσω την πληγή βαθιά και να απολαύσω
τον θάνατο, που δεν με άντεξε και ξελογιάστηκε με φτηνές αναπολήσεις.
Δεν είχα αίμα, να ποτίσει τα
ρίζα των βωμών που με θυσίασες, δεν είχα κορυφογραμμές νακουμπήσω την γύμνια
μου
και ντράπηκα που σουδωσα μια χούφτα εσπερινό
να με κοινωνήσεις..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου