Καθυστερούμενα χρέη
Γύρισε βαριεστημένα τη σελίδα στο
ημερολόγιο του τοίχου. Κάθε πρωί η ίδια ακριβώς κίνηση. 14 του Αλωνάρη σήμερα.
Κατακαλόκαιρο έλεγε. Του έτους:…. Τι σημασία έχει το έτος: Όλα ίδια τα έζησε κι
ας άλλαξε τόσα ημερολόγια.
Ο δρόμος της ζωής του γνωστός και πάντα
ο ίδιος. Οι εικόνες επαναλαμβανόμενες. Καρέ από το ίδιο κομμάτι φιλμ που δεν
έλεγε να τελειώσει και ας πέρασαν τόσοι άσπροι χειμώνες και σωριάστηκαν
ένας-ένας στα μαλλιά του με το έτσι τους θέλω.
Κάθε πρωί και πολλές φορές βράδυ, έκανε
την ίδια ακριβώς προσπέραση στο ένα και μόνο λεωφορείο που στοιχημάτιζε στο
γνώριμο πια οδηγό του. Τον γνώριζε καλά, τον σήμερα μεσήλικα άντρα και τον
καλημέριζε μένα νεύμα από τον καθρέφτη. Δεν έμαθε ποτέ τόνομα του φίλου, που το
χαμόγελο και το χαιρέτημα γινόταν ανάγκη και το λάφυρό του από τη θειαφένια,
απρόσωπη και μοναχική τσιμεντούπολη.
Όμως σήμερα….. Λίγο το καλοκαίρι-έλειπε
βλέπεις και η οικογένεια στο νησί-λίγο η χρονιά, που φέτος βάλθηκε να του
θυμίσει τα μεγάλα της ζωής του αμαρτήματα-η ανθρωπιά του το μεγαλύτερο-έβλεπε
βαριά τα πόδια του και ανέβαλλε το πρωινό του ξεκίνημα. Σαν να ήθελε σήμερα να
μην μιλήσει και να μην ακούσει κανέναν. Περιττές οι κουβέντες, τα όμορφα λόγια
που πάντα ξεψύχαγαν και χανόσανται την μια δική του ώρα που η ανάγκη του, ήταν
κάτι περισσότερο από κούφια και ανούσια λόγια.
Πηγαινοερχόταν κουζίνα-σαλόνι, έπαιρνε
τα κλειδιά του να φύγει, αλλά σαν κάτι να τον έσπρωχνε προς τα πίσω.
-Άντε ένα τελευταίο τσιγάρο.
-Όχι
δεν θα πάω τόσο νωρίς, μονολόγησε.
-Το δικαιούμαι, βρε αδερφέ.
-Τόσα χρόνια, ούτε τα τρένα, δεν έχουν
τόση συνέπεια στα δρομολόγια.
-Και εγώ καλοκουρδισμένο ρολόι όπως
ήμουν, δεν έχασα ούτε ένα πρωί το δρομολόγιό μου.
-Πόσα χρόνια δεν μου λεηλατήθηκαν, από
όλα τα θεριά της εκμετάλλευσης και πόσα πτυχία αδικίας δεν μου απονεμήθηκαν:
Ένα-ένα τα κρέμασα στη σελίδα που έγραφε ΠΑΡΑΠΟΝΟ και επίτηδες μουντζούρωσα,
μια νύχτα, που οι αστραπές βάλθηκαν να μου τη φωτίσουν.
Μόνο παράπονο, μπορούσε να νιώσει ένας
τέτοιος ΑΝΘΡΩΠΟΣ, γιατί είχαν φροντίσει οι μοίρες γιαυτόν, ναφαιρέσουν από το
μέσα του, κάθε τι φτηνό και μικρόψυχο. Τον ήξεραν καλά και έτσι, η συντριβή του
τόσα χρόνια, ήταν εύκολη υπόθεση. Η προσπάθεια εδώ δεν βαθμολογείται, γιατί
περισσεύει.
Βγήκε στη βεράντα του και άραξε σαν
νάταν αργία. Φοιτητής, θυμάται το είχε ξανακάνει, από αντίδραση. Πόσα χρόνια
πέρασαν, μέχρι να ξαναζωντανέψει, την τότε αδικία που του έγινε:
Πήρε το δεύτερο καφέ του στα χέρια και
άφησε το μυαλό του λεύτερο και απρογραμμάτιστο, να σκορπίσει και να ταξιδέψει
στους δώδεκα ισημερινούς που του ανήκαν δικαιωματικά και χωρίς ίχνος χάρης.
Πήρε ένα τετράδιο, την καλή και ακριβή
του πένα και βάλθηκε να γράψει δυο
στίχους. Η δική του ζωή χώραγε χίλιους δυο στίχους μέσα.
-Και σαν οι γειτονιές του κόσμου
μαρνηθήκανε, και μου κλείσανε το δρόμο και μου σακατέψανε το βήμα της
ανησυχίας, για να μην συναντηθούν οι πατημασιές μου, με την καμουφλαρισμένη
τους ζωτικότητα, τότε, με δεμένα τα χέρια, γύρναγα ανάμεσα στις ομορφιές τις
υποχρεωτικά μακρινές μου και μου διάβηκαν οι ακρογιαλιές με ταπεινωτικές μάσκες
και στις πόλεις δίχως ήλιο και αέρα, δίχως γη και ένα κομμάτι ουρανό μόνο δικό
μου, μόνος…. Ξεχύθηκα και βούλιαξα και θάφτηκα στο ίδιο μου το άδικο, που
φρόντισαν να μου το υπενθυμίζουν με κάθε ευκαιρία που τους δινόταν…………
Ο χτύπος του τηλεφώνου, ήρθε σαν
απρόσκλητος επισκέπτης, να του χαλάσει την ησυχία. Σκέφτηκε προς στιγμή, να το
αφήσει να κάνει τη δουλειά του και κείνος να συνεχίσει, ότι δεν είχε σκεφτεί να
κάνει τριάντα τόσα χρόνια. Όμως η συνήθεια από τη μια, η ανθρώπινη
υπευθυνότητα, τον έκαναν ναπαντήσει
-Μπράβο Μιχάλη, τα κατάφερες. Εγώ πάντα
πίστευα στην αξία σου. Να δεις έλεγα, θα του δώσουν την προαγωγή…. Άργησες
σήμερα και έχω το χαρτί στο γραφείο σου. Τι φίλοι θάμαστε αν δεν στο ανακοίνωνα
εγώ πρώτος……….
Παράτησε το ακουστικό στο τραπέζι και
άφησε τούτα τα μεγάλα ψεύτικα λόγια, να τα πάρει ο αέρας.
Έγραψε μόνο ένα μήνυμα, σένα φίλο του.
Τούτος, ήταν από την ίδια πάστα και δεν σήκωνε αυλοκόλακες. Τι τούγραψε:
-Θυμάσαι το ουράνιο τόξο που
φωτογράφησα: Σήμερα δεν έχει φεγγάρι και θα βγω για ψάρεμα.
Εκείνος ο φίλος, ήξερε να το διαβάσει
σωστά. Γιαυτό του το έστειλε.
Σήμερα 14 του Αλωνάρη του έτους μηδέν,
κατάλαβαν όλοι την αξία του. Σήμερα τον θυμήθηκαν όλοι, να του πούνε πόσο
περήφανοι ήταν, που τους έλεγε φίλους του, αλλά και πως όλοι τόξεραν ότι ήταν
άδικο τόσα χρόνια να στερείται αυτή την προαγωγή ……. Ανθρωπάκια, ακόμα και την
στιγμή που κατακερματίστηκε το προσωπείο τους. Αλλά άμα γεννηθείς ανθρωπάκι…….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου