Δεν ήμουν ποτέ ειμαρμένη του καιρού του
και πώς να αποκρυπτογραφήσω
την παραπονεμένη του σκέψη;
Ήρθε απλά στα χέρια μου
το στοιχειωμένο του παράπονο,
σε ένα ξέσπασμα και μάλιστα μέρα γιορτής.
Ανακάθισα στο παλιό του ξύλινο σκαμνί
και σαν τον ξομολογητή,
λογοδοτούσα για τις τύχες των άλλων.
Έδινα λογαριασμό για την «τυφλή τύχη»,
που κατάφερε να εμφανίζεται
και ως κόσμημα,
στους κάτασπρους λαιμούς των κυριών.
Αόμματα λόγια παρηγοριάς
και μόνο για αφελείς,
θα τα χαρακτήριζα,
μα ήταν τα μόνα που ανέσυρα…
από το κλειδωμένο συρτάρι της αμηχανίας μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου